Η απομόνωση της μοναξιάς…
… και η μοναξιά της απομόνωσης.
Το σκέφτομαι συνέχεια. Πόσο μόνοι είμαστε τελικά. Βρισκόμαστε στο χώρο εργασίας μας. Με πόσους μιλάμε; Με πόσους μπορούμε να μοιραστούμε σκέψεις και ιδέες και να πούμε αυτό που πραγματικά αισθανόμαστε; Φαντάζομαι θα συμφωνήσετε ότι είναι πολύ λίγοι. Και πολλές φορές κοιτάμε και πάνω από τον ώμο μας να δούμε ποιος άλλος ακούει.
Μιλάμε με τους γνωστούς μας και πάλι μιλάμε για γενικότητες και “ακίνδυνα” πράγματα. Με πόσους μπορούμε να πούμε τις σκέψεις μας και ξέρουμε ότι θα ακούσουν; Με πόσους μπορούμε να μιλήσουμε και ξέρουμε ότι η άποψή τους είναι χωρίς “πίσω” σκέψεις.
Πολλές φορές έχω βρεθεί σε δύσκολη θέση όταν ρωτώντας ένα μαθητή/μαθήτρια το τι έχεις (απλά και μόνο αυτό) βρέθηκα αντιμέτωπος με μια εξομολόγηση πραγμάτων και καταστάσεων, που με αιφνιδίαζαν. Από τη μια μου έδειχναν ότι υπάρχει εμπιστοσύνη (κάτι που με τιμά ιδιαίτερα) από την άλλη όμως μου έκανε εντύπωση η ανάγκη να μιλήσουν, να βγάλουν προς τα έξω αυτά που τους ενοχλούν. Και βέβαια απόρησα. Πως εγώ που βλέπω ένα παιδί μόλις 2 ώρες την εβδομάδα μπορώ να καλύψω τέτοιες ανάγκες. Μήπως θα έπρεπε άλλοι που βλέπουν τα παιδιά πολύ περισσότερες ώρες θα έπρεπε να τους δίνουν αυτή τη δυνατότητα. Μήπως όμως και μέσα στα σπίτια μιλάμε; Πόσες φορές γυρνάμε από τη δουλειά κουρασμένοι και το μόνο που ψάχνουμε είναι ένας καναπές σε ένα, ει δυνατόν, άδειο σπίτι.Κάθε θόρυβος μας ενοχλεί ακόμα και της αναπνοής των παιδιών μας ή της γυναίκας μας (εντάξει υπερβάλλω λιγάκι αλλά καταλάβατε που το πάω). Δουλεύουμε λέει για να βελτιώσουμε το βιοτικό μας επίπεδο και το βελτιώνουμε, δεν λέω, απλά φτάνουμε σε σημείο να μη μπορούμε να το ευχαριστηθούμε. Μήπως να τα ξαναδούμε λίγο από την αρχή; Μήπως να αρχίσουμε να ευχαριστιόμαστε τη κάθε μέρα. Είμαστε με πάρα πολύ κόσμο γύρω μας… μόνοι. Και το να το καταλάβουμε είναι ίσως χειρότερο. Εκεί βλέπουμε ότι τελικά είμαστε απομονωμένοι.
Πως μου ήρθε όλη αυτή η “μαυρίλα”; Μας έβλεπα όλους στα Γιάννενα, να μιλάμε, να γελάμε και να καλαμπουρίζουμε σαν δεκαοχτάχρονα αδιαφορώντας για τους γύρω που βλέπουν πενηντάρηδες να συμπεριφέρονται έτσι. Και πράγματι δεν μας ένοιαζε. Δεν μας απασχολούσε καθόλου τι σκέφτονταν. Εμείς περνάγαμε καλά. Το είχαμε ανάγκη και το κάναμε πράξη. Βλέποντας τώρα προς τα πίσω όλο αυτό το τριήμερο… δεν μπόρεσα παρά να σκεφτώ “Γιατί άραγε το είχαμε τόσο ανάγκη;” Αυτό με οδήγησε στις παραπάνω σκέψεις.
Για μένα πάντως που λόγω οργανωτικής “επιτροπής”, είχα το προνόμιο και μίλησα με όλους, μιλήσαμε τόσο ανοικτά και εγκάρδια που μπορώ να πως με βεβαιότητα ότι “Ναι υπάρχει κάτι…Κάτι που μας δένει. Κάτι που δεν μπορεί ίσως να περιγραφεί αλλά σίγουρα σε κάνει να αισθάνεσαι ότι γύρω σου υπάρχουν δικοί σου άνθρωποι Αρκεί να αποφασίσουμε να τους μιλήσουμε. Υπάρχει τελικά μια χημεία.” Αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω τη θεά Τύχη που κανόνισε να βρεθούμε όλοι μαζί αλλά και όλους εσάς που προχωρήσαμε πέρα από αυτό, και το τυχαίο το κάναμε κατάσταση, σχέση, χημεία.
Τη καλησπέρα μου.